Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2025

Τυχαιότητα

Η πεταλούδα ήρθε και στάθηκε 
πάνω στη φούστα της. 
Κοντή η φούστα τής έφτανε ψηλά 
ως τους ατίθασους μηρούς. 
Να παρασύρθηκε από τα ψεύτικα 
λουλούδια που είχε το ρούχο πανω του
ή να την υποδοϋλωσαν τα αρώματα 
του σώματος της στις νότες της βανίλιας,
της κανέλας και του σανταλόξυλου που
βάρυναν αυτήν την απόφαση της.

Ζαλισμένη από τα αρώματα η πεταλούδα 
έμεινε εκεί τρία ολόκληρα λεπτά 
χρόνος ικανός για να την δει καλά και 
να την θαυμάσει.
Ήταν μεγάλη με λευκά και σιέλ 
χρώματα. μα δεν ζύγιζε παραπάνω 
από μια ουγγιά.
Την κοίταξε με βλέμμα γεμάτο έξαψη 
όπως ένας εραστής περιεργάζεται 
τις πτυχές του έρωτα στα χείλη της
ερωμένης του.

Την σαγήνευσε τόσο η ομορφιά της 
που θέλησε να την αγγίξει.
Να αισθανθεί το βελούδο της και να
αιχμαλωτίσει κάτι από το μεγαλείο της.
Δεν το αποτόλμησε όμως την εμπόδισε 
η εύθραυστη φύση της κι εκείνες οι
μικροσκοπικες της κεραίες που άδραζαν
περιπαθώς τα αρώματα. 
Την άφησε να φύγει και αυτή πέταξε 
τινάζοντας με χάρη τα φτερά της 
σαν να την χαιρετούσε. 

Όταν έφτασε σπίτι δεν άλλαξε ρούχα, 
δεν έβγαλε τη επίμαχη φούστα. 
Της ήταν πολύ δύσκολο να απελευθερωθεί
από το μαγικό της άγγιγμα που ακόμα 
το ένιωθε πανω της σαν θεσπέσια πλάνη.
Το βράδυ άλλωστε θα έβγαινε βόλτα με 
τον φίλο της κι ήθελε απόψε να την 
περιβάλλει κάτι το μαγικό. 

Όντως εκείνη τη νύχτα αυτός της εξομολογηθηκε πως ποτέ άλλοτε η 
επιδερμίδα της δεν ήταν τόσο απαλή 
και σχεδόν βελουδένια σαν τα φτερά μιας πεταλούδας όπως είπε χαρακτηριστικά. 
Ήξερε κάτι ή μιλάμε για μια απλή τυχαιότητα;
Αυτή πάντως δεν μαρτύρησε τίποτε από 
τη σαγήνη που είχε το απόγευμα νιώσει 
το έβρισκε σαν μεγάλη προδοσία. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου