Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2025

Μια αλλιώτικη καταιγίδα

Την κόπρο του Αυγεία την σκορπίσαμε 
στα σύννεφα ώσπου ήρθε μια μέρα 
που ξέσπασε μια ισχυρή καταιγίδα 
όλο βρωμιά και αποφορά. 
Χτυπήθηκε η πόλη με τα δίπατα 
σπίτια δεν είχες πουθενά μαρκίζα 
να σταθείς. 
Η βροχή διαπέρασε τους τοίχους
έφτασε στα κρεβάτια μας, στα σώματα 
μας κι έσβησε τα τελευταία κεριά που
μας είχαν απομείνει από τον περσινό 
χειμώνα. 
Μες στο σκοτάδι ζούσαμε έναν διπλό 
εφιάλτη. 
Αυτόν της ασυγκράτητης μανίας του
νερού μα και της δυσωδίας που το
διακάτεχε.

Βγήκαμε στην ύπαιθρο με το στόμα 
ανοιχτό σαν πηγάδι παραμελημένο. 
Αντικρίσαμε τα μποστάνια μας 
κατεστραμμένα ολοσχερώς, τα δέντρα 
μας πεσμένα στη γη και τα ζωντανά μας
αφηνιασμένα να σκούζουν.
Ανυπεράσπιστοι στρέψαμε τα μάτια προς
τα δυτικά από εκεί που ήρθε το κακό. 
Σταυροκοπηθήκαμε μα ο αέρας μας
τίναξε μακριά και μας έφτασε ως 
την κεντρική πλατεία. 

Εκεί κάτω από τον εκατόχρονο πλάτανο
μας βρήκε το βόλι του κεραυνού. 
Έσβησε ο πλάτανος με ένα εφιαλτικό 
τρίξιμο και με ένα ρόγχο εκρηκτικό. 
Απροστάτευτοι κι ενώ το κακό καταλάγιαζε 
επιστρέψαμε στις οικίες μας.
Μόνο η πιατοθήκη είχε μείνει άθικτη
με τρία πιάτα μέδουσες. 
Ανάψαμε φωτιά ζεσταθήκαμε.
Όλα θα ξεκινούσαν τώρα από την αρχή. 
Μόνο που εμείς δεν είχαμε μείνει ίδιοι. 
Η καταιγίδα μας δίδαξε την προσωρινότητα 
με έναν τρόπο απόλυτο και μας έμαθε 
πως να αποτινάσουμε κάθε τι κακό
με μειλιχιότητα πρωτόφαντη κι απίστευτη 
τελετουργία. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου