Πιάσου απ' το χέρι του Θεού
Πιάσε το χερούλι της πόρτας
Ποτέ δεν κλειδώνω
Έχω λαδώσει τους μεντεσέδες από χτες το βράδυ
Ήχος να μην ακουστεί
Το σύμπαν να σιωπήσει
Τα πουλιά έχουν σκληρά νύχια
Τα χαμομήλια κίτρινα μάτια
Κι εγώ από μια παπαρούνα
Αντέγραψα
Το άλικο χρώμα
Ολοπόρφυρα να γίνονται τα φιλιά μου
Νοερά να τα φωλιάζεις στο αίμα σου
Πιάσου απ' τις οπτασίες
Και τα θεϊκά παραγγέλματα
Στον άνεμο ανοιγοκλείνουν τρίζοντας
Τα γαλάζια παντζούρια
Όπως οι αρθρώσεις των γερασμένων κλόουν
Αυτών που από παλιά πικρά σ' αγαπούσαν
Στα ξυραφάκια του βοριά
Κόπηκε το χέρι μου
Κοιτούσα μια φιμέ βιτρίνα και δεν πρόσεξα
Είχα κι ολόγυμνα τα μπράτσα παρόλο το κρύο
Μα δεν σ' αρνήθηκα ούτε στιγμή
Έλα με την τρικυμία
Έλα με τ' απόβροχο
Φέρε τις γάζες των σύννεφων
Φέρε το ιώδες της δύσης
Πονάω
Τα πόδια τρέμουν
Οι κλειδώσεις δεν υπακούουν
Τα μάτια αμφισβητούν
Δροσερά σου στρώνω σεντόνια ασπροκέντητα
Μαύρα σου φέρνω τριαντάφυλλα
Από εκείνα τα σπάνια της Ανατολής
Για να ζηλέψεις κι εσύ μια φορά
Στην πολυθρόνα η γάτα χουζουρεύει
Το καναρίνι κάθισε πάνω στο ανοικτό πιάνο
Τα βύσσινα ωριμάζουν στον κήπο μαζί με τους ψιθύρους
Έλα να ακούσεις τις ομολογίες τους
Πέρασε μια αμαξοστοιχία
Κι εγώ κουνούσα μαντήλια
Αιχμαλώτισα δυο μάτια
Μην ήταν τα δικά σου;
Μόλις που διέκρινα δυο βαλίτσες
Μην ήταν οι αποσκευές σου;
Δεν βρίσκω λύση
Απάντηση πουθενά
Τέμνονται οι αλήθειες πάνω στους ιστούς
Μια θεόρατη αράχνη τις καταβροχθίζει
Που να πιστέψω;
Έχει γλίτσα απόψε στους δρόμους
Το κλεφτοφάναρο γλίστρησε
Κάτω από το παγκάκι κι έσπασε
Δεν σε βλέπω
Μόνο το χνώτο σου αισθάνομαι υγρό
Από που έρχεται ο καλπασμός;
(Πάλι οι συμμορίες θα χτυπήσουν)
Πρόσεξε!
Αλλότρια μια πομπή πληγώνει τη σελήνη εκ των έσω
Έλαβε μέρος στο 19ο Συμπόσιο Ποίησης που για μια άλλη μια φορά
τιμονιέρισσα είχε τη φίλη μας Αριστέα και της αξίζουν πάρα πολλά συγχαρητήρια