Γύρισες σελίδα αφήνοντας αδιάβαστα
τρία λήμματα στην εγκυκλοπαίδεια.
Παραμέλησες ό,τι πιο ακριβό
είχε το βιβλίο για να μην πονέσεις.
Πήγες παρακάτω για να χαθείς
σε εδάφια άγνωστα κι υπερτιμημένα.
Βυθίστηκες σε δανεικούς ποιητικούς
οίστρους τόσο που τα μάτια δάκρυσαν
και το μυαλό ακινητοποιήθηκε
ανάμεσα σε μια αρχή κι ένα άδοξο
τέλος.
Δεν εβλεπες μακριά και τα κοντινά
σε φόβιζαν όπως φοβούνται τα παιδιά
τα μαγικά φίλτρα και τις ιπτάμενες σκούπες.
Στυλό κρατούσες στο χέρι και σημείωνες
στα περιθώρια ερωτήσεις κι παράταιρα
νοήματα.
Πήρες ύστερα να γράψεις ένα ποίημα
δεν γνώριζες ότι τα ποιήματα
δεν γράφονται με μελάνι αλλά με αίμα
από φλέβες που αστόχησαν
στον έρωτα και στις αρχέγονες αλήθειες.
Παραδίπλα το καναρίνι σιωπούσε.
Δεν είχε οξυγόνο να τιτιβίσει ή να
πλάσει νέες μελωδίες.
Ήρθε το βράδυ κι οι λέξεις πονούσαν
φριχτά.
Εκείνες κυρίως που προσπέρασες βιαστικά .
Έκλαιγαν νομίζω με ένα κλάμα βουβό,
εξοντωτικό και αφορμισμένο.
Το φιλί.έμεινε ορφανό και πενθούσε.
Η αγάπη έγινε επαίτης και ζητιάνευε.
Η πατρίδα έχασε μέρος από τα σύνορα της.
Ήσουν υπαίτιος για όλο αυτό το ατόπημα
Πάνω σε ξύλινο πάγκο με ακονισμενο
το μπαλτά εξοβέλισες από το χάρτη,
του έρωτα τις κρυφές συνάψεις.
"
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο φιλί.έμεινε ορφανό και πενθούσε.
Η αγάπη έγινε επαίτης και ζητιάνευε.
Η πατρίδα έχασε μέρος από τα σύνορα της.
Ήσουν υπαίτιος για όλο αυτό το ατόπημα
Πάνω σε ξύλινο πάγκο με ακονισμενο
το μπαλτά εξοβέλισες από το χάρτη,
του έρωτα τις κρυφές συνάψεις. .."
Tι τέλος, αγαπημένη μου Ελένη. Πώς κλείνεις έτσι κάθε σου δημιούργημα αλλά σε μερικά από αυτά ...ζωγραφίζεις πνευματικά.
Μού άρεσε πολύ.
Να σε καλησπερίσω.
Καλησπέρα αγαπημένε μου φίλε
ΑπάντησηΔιαγραφή