Ο χρόνος σε σεβάστηκε και
δεν άγγιξε τα γκρίζα μάτια σου.
Είχε άδικο ο Αλεξανδρινός
την ομορφιά τους κράτησαν
ακέρια σαν παλιό αρωματικό
κρασί στο πέτρινο κελάρι.
Και μένω εδώ να τα θωρώ
σπίθες να βγάζουν και μαχαίρια
να κρατούν κι όποιος γλυτώσει.
Και μένω εδώ να τα κοιτάζω
τις βαριές τους βλεφαρίδες
να ανοιγοκλείνουν και να με
φυλακίζουν σε κελί υγρό
και σκοτεινό.
Δέσμιος τους τώρα και πώς
να ξεφύγω;
Υπηρέτης τους και πώς να μην
υποκλιθώ;
Αιχμάλωτος τους και πώς να
απελευθερωθώ;
Στήνω τραπέζι και τα καλοδέχομαι
με μια ανθοδέσμη στα χέρια από
τις τουλίπες του δειλινού.
Εδώ θα μείνω κι αν κάποτε
αποστραγγίξω το δάκρυ τους
και διψάσω δεν θα τα αρνηθώ.
Τη βροχή θα καλέσω κι εκείνο
τον καταρράκτη που περνάει
ανάμεσα από τα χέρια σου για να
δροσιστώ και να νίψω το πρόσωπό μου.
Όμορφη να με θωρείς νερό αθάνατο
να σε κερνώ και στο χορό να μπαίνω
κρατώντας του νόστου μαντήλι.
Στο ζωνάρι κρύβω δυναμίτη
αν τυχόν μου αντισταθείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου