Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2024

Ανυπόγραφο

Τα βότσαλα παρατεταγμένα
στη βιβλιοθήκη είναι
τα μοναδικά περιουσιακά
στοιχεία που μου άφησες
τότε που φτερά ανέπτυξες
στους ώμους κι έφυγες. 
Και τι δεν είχες ζωγραφίσει
πάνω τους, πληθωρική μου
αγάπη! 
Έναν ήλιο, έναν τεράστιο
οφθαλμό, μια πιατέλα με
κεράσια ώριμα, έναν κήπο
ολάνθιστο να ζουζουνίζουν
τα μελισσόπουλα κι εκείνο
το σκαμνάκι της γιαγιάς που
πάνω του αυτή ξεκουράζονταν
μετά από το πολύωρο
ζαλίκι στο κορμί της γης. 

Παράπονο δεν έχω, δεν
μεμψιμοιρώ, δεν εγκαταλείπω.
Όλα στα πόδια μου, όλα
κοντά μου, έτσι να κάνω μια
πιάνω τη ζωή από τα μαλλιά. 

Αυτάρκης είμαι, σκοτάδια δεν
γνωρίζω, έχω τον ήλιο σου
συνοδοιπόρο μαζί να βγαίνω
στα ανοιχτά με τα κύματα
να συνομιλώ και με τις θύελλες.
Είναι ωραία εκεί με την αλμύρα
σύμμαχο και δεν μου λείπεις
καθόλου. 

Πρόβλημα βιοπορισμού
δεν έχω, πολλά μου άφησες
κεράσια να τρέφομαι. 
Γλυκό φτιάχνω πάστα φλόρα 
κι εκείνο το δυνατό τσέρι για
να γεμίζω τις άκαρπες ώρες
κι αν μου περισσέψουν κάποια
τα κρεμώ στον καθρέφτη μου
πλάι στις καλημέρες να τα
κοιτάζεις. 

Για όλα φρόντισες εσύ έτσι
που ανενδοίαστα να μπαίνω
στη χώρα της ποίησης
με τις άριες του έρωτα
να συνυπάρχω. 
Εκεί βρίσκω την ομορφιά 
των κήπων σου που πολλά 
μου χαρίζουν άνθη κάθε άνοιξη
τα φτωχικά μνήματα να στολίζω
και τα μικρά εικονοστάσια. 
Δεν ξεχνώ βέβαια με αυτά
τα μαγιάτικα να πλέκω
στεφάνια στις θύρες των
τροβαδούρων να τα κρεμώ. 
Δες με πως ομορφαίνω 
με αυτή τη μαργαρίτα στο αυτί! 

Παράπονο δεν έχω, δεν
μεμψιμοιρώ και δεν
εγκαταλείπω κι αν κάπου
κουραστώ έχω το προγονικό
μου σκαμνάκι που πάντα
επιμελούμαι καθαρό να μένει
και στο χρώμα της ώχρας 
να ζει μαζί με την ανάσα σου
που τη ζωή μου ανασταίνει. 

Τέλος άφησα τον οφθαλμό
που πρώτιστα σαν τα μάτια 
μου τον προσέχω. 
Με αυτόν τα αστέρια περιπολώ
και κάποια από αυτά τα
κατεβάζω στη γη παρέα
να κάνουν στις πυγολαμπίδες
του Αυγούστου. 
Κοίταξε τα τι όμορφα φωτίζουν
τους γύρω λόφους. 

Ένα από αυτά το πιο λαμπερό
είναι το δικό σου. 
Τα καταφέρνω μια χαρά. 
Αχ! δεν μου λείπεις στιγμή, δες
με πως δεν σκοντάφτω όταν
κοντά σου έρχομαι κι απλώνω
τα σεντόνια να με αγαπάς και
σαν παιδί να με ταχταρίζεις 
που για χρόνια τη μυρωδιά 
της μάνας του ψάχνει εναγώνια. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου