Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2025

Παραλείψεις

Ένα μηχανικό μολύβι κρατούσε 
στα χέρια της με αυτό υπογράμμιζε 
τους στίχους που την κέρδιζαν πριν 
τους αποστηθίσει κάτι που συνήθιζε. 
Με αυτό επίσης έγραφε κάθε μέρα στο 
βιβλίο των απόντων ένα καινούργιο όνομα 
κι ήταν τόσα πολλά ως τα τώρα. 
Απόψε έγραψε το δικό της κι αποφασισμένη 
πήρε από το κομοδίνο το φαρμάκι που είχε 
αναμείξει με την ανθρακούχα πορτοκαλάδα.
Έπειτα έπεσε γελαστή για ύπνο φορώντας 
μια πολυμεταχειρισμένη μπλούζα με στάμπα 
ένα μεγάλο γυάλινο μάτι που τα έβλεπε όλα. 
Γιατί ως γνωστόν το σκοτάδι ακονίζει 
κατά πολύ τη σκέψη. 

*
Από την ψυχιατρική μονάδα που είχε 
νοσηλευτεί-:πάνε χρόνια- είχε αποκομίσει 
σαν λάφυρο ένα χρυσό δακτυλίδι. 
Της το είχε δώσει για ένα πακέτο Marlboro 
ένας ωραίος τρελός, Ιεροκλή τον έλεγαν. 
Τι σπάνιο όνομα είχε αναφωνήσει όταν 
της συστήθηκε.
Ήταν ψηλός γεροδεμένος, με αχτένιστα 
κατσαρά μαλλιά και με ένα αθώο βλέμμα παιδιού. 
Το δακτυλίδι ως τα σήμερα δεν το έβγαλε 
ποτέ από το δάκτυλο της. 
Κι όταν πούλησε στο ενεχυροδανειστήριο 
και το τελευταίο της χρυσό κομμάτι αυτό 
δεν το έδωσε θα πρόδιδε τον Ιεροκλή αυτόν 
τον ωραίο τρελό που ίσως κρυφά να είχε αγαπήσει. 

*
Είχε μια μεγάλη συλλογή από πένες. 
Ποτέ δεν τις γέμισε με μελάνι, φοβόταν 
το κρύο μπλε χρώμα πάνω στο λευκό χαρτί. 
Αυτή έγραφε με μολύβι λες κι ήθελε 
πάντα κάτι να διορθώσει και δεν ήταν 
λίγες οι φορές που το έκανε. 
Ένα επίθετο περίσσευε, ένα ρήμα έπρεπε 
να προστεθεί. 
Μια μέρα αποφάσισε να γράψει ένα ποίημα 
με το ανεξίτηλο μελάνι της πένας.
Τα κατάφερε, το χέρι πήγαινε μόνο του.
Ήταν ένα στιχούργημα που μιλούσε για την 
άνοιξη δηλαδή ήταν ένα αισιόδοξο ποίημα 
το μόνο που είχε γράψε ως τώρα με αυτή 
τη χροιά. 
Όταν τελείωσε χαμογέλασε κι έβαλε 
την πένα στην μολυβοθήκη πλάι στα 
μηχανικά μολύβια ίσως να την 
ξαναχρειαζόνταν, ο ξανθός Απρίλης δεν 
ήταν μακριά κι ήταν βαθιά ερωτικός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου